Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

(τινὰ εἰς ὀργήν

См. также в других словарях:

  • απερείδω — ἀπερείδω (Α) [ερείδω] 1. στηρίζω, προσηλώνω 2. προσηλώνομαι 3. μέσ. ακουμπώ, στηρίζομαι, βασίζομαι, επαναπαύομαι 4. (μέσ. με ενεργ. σημ.) α) στηρίζω, προσηλώνω (το ους, την χείρα, τας ελπίδας) β) κατευθύνω (οργήν είς τινα) γ) επιρρίπτω την… …   Dictionary of Greek

  • αποσκήπτω — ἀποσκήπτω (Α) 1. εξακοντίζω κάτι από ψηλά 2. φρ. «ἀποσκήπτω τὴν ὀργὴν εἴς τινα» ξεσπώ σε κάποιον 3. πέφτω ξαφνικά, ενσκήπτω 4. αποβαίνω, καταλήγω …   Dictionary of Greek

  • αφίημι — ἀφίημι (AM) 1. παύω να κρατώ ή να έχω κάτι, αφήνω 2. επιτρέπω σε κάποιον να κάνει κάτι, ανέχομαι 3. απαλλάσσω, συγχωρώ αρχ. Ι. 1. ρίχνω, βάλλω, εξακοντίζω 2. (για υγρά) αφήνω κάτι να κυλήσει, να ρεύσει 3. (για ζωντανούς οργανισμούς) αποβάλλω,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»